χλωροφθοράνθρακας

χλωροφθοράνθρακας
ο, Ν
χημ. συνοπτική ονομασία ενώσεων τού άνθρακα, τού φθορίου, τού χλωρίου και τού υδρογόνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. αγγλ. chlorofluorocarbon < chloro- (< χλωρ[ο]-*) + fluor(o) (βλ. φθόριο-) + carbon «άνθρακας»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • χλωροτριφθορ(ο)αιθυλένιο — το, Ν χημ. ακόρεστη οργανική ένωση, χλωροφθοράνθρακας, γνωστή και ως τριφθοροχλωρ(ο)αιθυλένιο. [ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. αγγλ. chlorotrifluoroethylene] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”